ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΕΙ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΙΣ ΤΕΛΙΚΑ ΤΟ FACEBOOK

ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλοί λόγοι που πρέπει να επικρίνουμε τον πανικό για την εξόρυξη και την κακή διαχείριση δεδομένων και την «παράδοση» των εκλογών σε απειλητικούς ανθρώπους, οι οποίοι μπορούν να πληρώνουν τον έλεγχο του μαζικού αισθήματος. Από την περασμένη εβδομάδα που «έσκασε» η μεγάλη βόμβα του σκανδάλου της Cambridge Analytica, η υπόθεση του #facebookgate παρουσιάζεται ως ένα είδος αντικαπιταλιστικής, αντι-τεχνολογικής, αντι-ελίτ πρωτοβουλίας, αλλά στην πραγματικότητα προωθεί και μια ισχυρά ελιτίστικη άποψη ότι οι απλοί άνθρωποι αποτελούν εύκολη λεία για τους ισχυρούς. 
 Η συλλογή δεδομένων του Facebook μπορεί να βοηθήσει τη στρατηγική κάποιων που θέλουν να ανακαλύψουν που πατάνε ιδεολογικά σήμερα οι άνθρωποι, αλλά ο αλγόριθμος του δεν είναι ακόμη δυνατός ώστε να αλλάζει τις κοινωνικές και τις πολιτικές τους θέσεις. O Κρις Γουίλι, o οποίος εργάστηκε για τη Cambridge Analytica, ήταν εκείνος που έφερε στο φως το σκάνδαλο σχετικά με τη διαρροή προσωπικών δεδομένων εκατομμυρίων χρηστών του Facebook. Ο Κρις Γουίλι, ένας άγνωστος προγραμματιστής μέχρι πριν λίγες ημέρες, ένα πρώην υπάλληλος της Cambridge Analytica, o "πληροφοριοδότης", είναι σήμερα το πρόσωπο της ημέρας σε όλον τον κόσμο. Οι αποκαλύψεις του, σχετικά με την κακή διαχείριση των δεδομένων του Facebook, αφαίρεσαν μερικά δισεκατομμύρια από την αξία μετοχών της εταιρείας τις τελευταίες ημέρες και οδήγησαν στο άνοιγμα μιας νέας έρευνας από την FTC. 
 Χθες, Τρίτη 27 Μαρτίου, ο Γουίλι άνοιξε τους φακέλους του και έδωσε όλα τα στοιχεία που κρατούσε στα χέρια του στη βρετανική κοινοβουλευτική επιτροπή, η οποία ερευνά τη χρήση της παραπληροφόρησης σε πολιτικές εκστρατείες. Μεταξύ άλλων δήλωσε ότι «Ο αριθμός των 50 εκατομμυρίων είναι αυτό που τα μέσα ενημέρωσης αισθάνθηκαν πιο ασφαλή για να αναφέρουν - λόγω των εγγράφων στα οποία μπορούν να βασιστούν – αλλά εγώ θυμάμαι το νούμερο ήταν ουσιαστικά υψηλότερο από αυτό. Έτσι η δική μου άποψη είναι ότι ήταν πολύ περισσότεροι από 50 εκατομμύρια». Ο Κρίς Γουίλι, προσλήφθηκε από την SCL Group, την μητρική εταιρεία της Cambridge Analytica, το 2013. Κρίνοντας από τις υπερβολικές αποκαλύψεις του σχετικά με την ισχύ της εταιρείας δεδομένων, φαίνεται ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα της παγκόσμιας κυριαρχίας της. Εξάλλου απ' ότι έχει ήδη φανεί, οδήγησε τον Τραμπ στην εξουσία και άνοιξε το δρόμο για το Brexit. Αυτή, τουλάχιστον, είναι η ιστορία που «διαδίδεται» στους πολιτικούς κύκλους και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης του πλανήτη αυτές τις ημέρες. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η Cambridge Analytica ήταν ο κύριος πρωταγωνιστής του έργου, αυτός που έκανε την ουσιαστική διαφορά στο αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών ή επηρέασε τους Βρετανούς υπέρ του «Leave» στο δημοψήφισμα του Brexit. Δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να δείχνει πώς μια εταιρεία δεδομένων επηρέασε γενικότερα τον πολιτικό διάλογο. Απλά, υπάρχουν στοιχεία για μια σκιώδη πολιτική καμπάνια, ένα νέο είδος προπαγάνδας που επένδυσε στην οικονομία της προσοχής του κόσμου στο Facebook. 
 Ο Σαμίρ Σάνι και ο Ντάρεν Γκράιμς, του νεανικού κινήματος BeLeave, λίγες ημέρες πριν το δημοψήφισμα για το Brexit. Στην πραγματικότητα, το μόνο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτής της ιστορίας είναι ότι μας μαθαίνει πώς θα διεξάγονται οι πολιτικές υποθέσεις στον 21ο αιώνα. Ειδικά η εμπλοκή της CA στο Brexit μάς δείχνει ότι μπορούν πλέον να βρίσκονται πολιτικές λύσεις και από πιτσιρικάδες οικονομολόγους που μεγάλωσαν μέσα στο Facebook. Αρκεί να μπορούν να χειριστούν μπόλικο μαύρο χρήμα και αδήλωτα κονδύλια, όπως και στρατηγικές που αποδίδουν σε ολόκληρο το κοινωνικό (και πολιτικό) φάσμα μέσω «υποσυνείδητων» και άλλων έμμεσων μηνυμάτων στα κοινωνικά δίκτυα. Αυτό τουλάχιστον λέει η ιστορία του Σαμίρ Σάνι, του 24χρονου εθελοντή στην εκστρατεία του «Vote Leave». Τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη του Vote Leave κατάλαβαν γρήγορα πόσο χρήσιμος θα ήταν ο νεαρός Σάνι για την εκστρατεία τους. Με καταγωγή από το Πακιστάν, ο νέος εθελοντής ήταν και μια πολύ καλή δικαιολογία για να μη φανεί ρατσιστική η εκστρατεία. Μαζί με ένα άλλο νέο, τον Ντάρεν Γκράιμς, ανέλαβαν ως κύριο ρόλο τη δημιουργία διαφημίσεων και μηνυμάτων για κοινή χρήση στα κοινωνικά μέσα. Κάποια στιγμή οι δύο νέοι σκέφτηκαν πόσο μεγαλύτερη απήχηση θα είχαν τα μηνύματά τους εάν μπορούσαν να τα διαφημίσουν με μερικές χιλιάδες λίρες. Πρότειναν την ιδέα στα διευθυντικά και νομικά στελέχη, άνοιξαν έναν τραπεζικό λογαριασμό, και δέκα μέρες πριν το δημοψήφισμα μια δωρεά 625.000 λιρών ήρθε για να τονώσει τα διαφημιστικά μηνύματα της ομάδας BeLeave (νεανικό κίνημα υπέρ του Brexit) των Σάνι και Γκράιμς. 
 Ο πληροφοριοδότης Κρις Γουίλι, ο οποίος δεν βρίσκεται μόνο στην καρδιά του σκανδάλου της CA, αλλά και στην καρδιά του Brexit, ήταν εκείνος που έφερε σε επαφή τους φίλους του Σάνι και Γκράιμς με το Vote Leave, παρουσιάζοντας τους στον Στίβεν Πάρκινσον, εθνικό διοργανωτή της καμπάνιας. Είναι ο ίδιος άνθρωπος, ο οποίος αντιμετωπίζοντας ψύχραιμα την κατάσταση, είπε χθες στην κοινοβουλευτική επιτροπή για την CA, «Δεν τους νοιάζει αν αυτό που κάνουν είναι νόμιμο, αρκεί να κάνουν τη δουλειά τους». Ο βουλευτής του συντηρητικού κόμματος, Μάικλ Γκοβ, και ο Ντάρεν Γκράιμς σε ενημερωτικό φυλλάδιο της εκστρατείας BeLeave. Ο ιστός των οργανώσεων και των ανθρώπων που απορροφώνται στο σκάνδαλο αυξάνεται ραγδαία, μέρα με τη μέρα. Ο Γουίλι, ένας από τους ιδρυτές της CA, και εφευρέτης του όπλου της για τη διεξαγωγή ψυχολογικού πολέμου εναντίον πολιτικών αντιπάλων, βρίσκεται στο επίκεντρο του δράματος γύρω από την πρώην εταιρία του. Αρκετοί βουλευτές χρησιμοποίησαν τη συνάντηση για να εκθέσουν όλους αυτούς που ήξεραν τι γινόταν αν και η CA προσπάθησε να υποστηρίξει ότι ο Γουίλι δεν έχει τη γνώση που ισχυρίζεται ότι έχει. Όμως, αυτή τη στιγμή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τον αγκάλιασαν ως έναν ελαφρώς ελαττωματικό ήρωα σε ένα σκοτεινό δράμα, στο οποίο το κακό κρύβεται πίσω από την οθόνη του κάθε υπολογιστή. Ο Γουίλι απεικονίζεται σε αρκετά από αυτά τα μέσα ως ένας σωτήρας που τολμά να ρίξει φως σε μια ύπουλη δεξιά συμπεριφορά, η οποία έχει σκοπό να χειραγωγήσει τη στάση εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Όμως, θα πρέπει για λίγο να σκεφτούμε ότι στο θέμα του Brexit, η ιδέα ότι μια ενημερωτική καμπάνια υπέρ της εξόδου έγινε ταπετσαρία στους υπολογιστές εκατομμυρίων ανθρώπων, ακούγεται λίγο σαν θεωρία συνωμοσίας.
 Στην πραγματικότητα, εκείνοι που ήθελαν να παραμείνουν, οι λεγόμενοι «Remainers», κυριάρχησαν στη δημόσια ζωή. Κάθε κυρίαρχο πολιτικό κόμμα αγωνίστηκε για το Remain και όχι για το Leave. Οι δύο ηγέτες του έθνους τότε - ο Ντέιβιντ Κάμερον και ο Τζορτζ Όσμπορν – τάχθηκαν δημόσια υπέρ του Remain. Ένα εξαιρετικό 90 τοις εκατό των ακαδημαϊκών υποστήριξε το Remain. Κοντά στο 75 τοις εκατό των βουλευτών υποστήριξε Remain, τόσο σε offline ομιλίες όσο και online, μέσω tweets και αναρτήσεων στο Facebook. Ο επιχειρηματικός κόσμος υποστήριξε το Remain. Συχνά και με πολλά χρήματα. Σύμφωνα με μία έρευνα, το 72% των CEOs μεγάλων επιχειρήσεων υποστήριξαν το Remain, συμπεριλαμβανομένων των αφεντικών των Cisco, Diageo, GlaxoSmithKline, Virgin και Rolls Royce. Καταθέτοντας χθες ενώπιον της βρετανικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τα προσωπικά δεδομένα, ο Κρις Γουίλι είπε πως οργανώσεις όπως η «Vote Leave» και άλλες ομάδες υπέρ του Brexit είχαν ένα «κοινό σχέδιο» για να παρακάμψουν τους ελέγχους γύρω από τις δαπάνες. Γιατί, λοιπόν, ξαφνικά, ολόκληρη η δυτική πολιτική ελίτ έχει ενταχθεί στις τάξεις εκείνων που ισχυρίζονται ότι είναι θύματα της συλλογής ηλεκτρονικών δεδομένων; Επειδή στο πολιτικό παιχνίδι, όλα παίζουν. Αυτό που είναι πιο συναρπαστικό σχετικά με τη φρενήρη απόπειρα να εκτεθεί το κακόβουλο λογισμικό της Cambridge Analytica εναντίον του ελεύθερου κόσμου είναι ότι κανείς δεν έχει αποδείξεις στα χέρια του ότι οι δραστηριότητές του λογισμικού έχουν αλλάξει τη συμπεριφορά ενός μόνο ψηφοφόρου. Δεν υπάρχει καμία σχετική αναφορά. Το μόνο απτό προϊόν αυτής της συγκομιδής στοιχείων είναι ένας τεράστιος όγκος υπολογιστικών φύλλων – και, φυσικά περισσότερα δεδομένα. Ο Γουίλι εξήγησε ότι ένας από τους λόγους που άφησε την CA ήταν επειδή «οι κανόνες δεν έχουν σημασία για αυτήν». Η CA το βλέπει αυτό «ως έναν πόλεμο, όπου όλα είναι δίκαια». Και συνέχισε, «θέλει να συμμετέχει σε έναν πολιτιστικό πόλεμο στην Αμερική, χρησιμοποιώντας ένα οπλοστάσιο νέων εργαλείων, λέξεων και εικόνων». Προφανώς, ο δεξιός νονός και πρώην σύμβουλος του Τραμπ, Στίβ Μπάνον έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το έργο του Γούιλι, επειδή ενδιαφερόταν για τις δυνατότητές του: να χρησιμοποιεί τα προφίλ των ανθρώπων στο Facebook για να τους επηρεάσει. Βάσει της εμπειρία μας γνωρίζουμε ότι οι πολιτιστικές αξίες δεν μπορούν να κινητοποιηθούν τεχνητά. Eάν υπήρξε ένα υπόγειο μέτωπο βομβαρδισμού υπέρ του Τραμπ ή υπέρ του Brexit, υπήρξε και ένα μαζικότατο, και μάλιστα φανερό μέτωπο εναντίον τους. Πόσοι διάσημοι βγήκαν στη φόρα, γελοιοποίησαν ή έβρισαν κατάμουτρα τον Τραμπ; 
Ας υποθέσουμε πως τα μηνύματα κάθε προπαγάνδας ενδέχεται να έχουν επιρροή στο περιθώριο ενός διαλόγου ή μιας ανάρτησης και να επηρεάζουν όλους εκείνους των οποίων τα ιδανικά είναι ευμετάβλητα. Αλλά, η θεμελιώδης στάση των ανθρώπων απέναντι στα ηθικά ζητήματα είναι απίθανο να μεταβληθεί ως αποτέλεσμα των πολιτικών μικρο-μηνυμάτων στο Facebook. Ο Κρίς Γουίλι, προσλήφθηκε από την SCL Group, την μητρική εταιρεία της Cambridge Analytica, το 2013. Κρίνοντας από τις υπερβολικές αποκαλύψεις του σχετικά με την ισχύ της εταιρείας δεδομένων, φαίνεται ότι βρισκόμαστε στα πρόθυρα της παγκόσμιας κυριαρχίας της. Το μεγάλο λάθος του Facebook είναι ότι άφησε ανοιχτή μια μικρή ρωγμή, την οποία, βέβαια, μπορούσαν να εκμεταλλευτούν όλοι οι προγραμματιστές του κόσμου (όχι μόνο της Cambridge Analytica) και να αρπάξουν πληροφορίες για προφίλ, συμπεριφορές, και ψυχολογικές καταστάσεις. Δηλαδή, η συλλογή δεδομένων του Facebook μπορεί να βοηθήσει τη στρατηγική κάποιων που θέλουν να ανακαλύψουν που πατάνε ιδεολογικά σήμερα οι άνθρωποι, αλλά ο αλγόριθμος του δεν είναι ακόμη δυνατός ώστε να αλλάζει τις κοινωνικές και τις πολιτικές τους θέσεις. 
 Το Facebook, μπορεί να λειτουργήσει ως ένα νέο μέσο προπαγάνδας, όπως άλλωστε και όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Δεν μπορούμε, όμως, να το στήσουμε στον τοίχο και να το εκτελέσουμε με ένα #deletefacebook, επειδή λειτουργεί όπως η τηλεόραση, το ραδιόφωνο και οι εφημερίδες, που επηρεάζουν εξίσου και περνάνε υπογείως τα μηνύματα του κάθε καλοπληρωτή, είτε είναι πολιτικός είτε είναι επιχειρηματίας. Το Facebook δεν είναι ούτε άγιο, ούτε σατανικό. Παίζει σίγουρα ένα ρόλο στη ζωή των ανθρώπων, αλλά όχι τον πιο καθοριστικό. Παίζει ακριβώς τον ίδιο ρόλο όπως ο Guardian που το έχει βρει ως εύκολη βορά. Ο μύθος ότι πάντα κάποιος άλλος φταίει για τις αποφάσεις που παίρνουμε, κάποιος άλλος μας οδηγεί υποσυνείδητα ή συνειδητά, έμμεσα ή άμεσα στο ποιον θα ψηφίσουμε, θα πρέπει να σταματήσει. Άλλωστε, οι ηθικές, πολιτικές και πολιτισμικές αξίες μας κρατούνται πολύ βαθιά μέσα μας ώστε να μεταβάλλονται μέσω επιφανειακών ηλεκτρονικών μηνυμάτων. Πηγή: www.lifo.gr
Share on Google Plus

About OMAΔΑ UNWIRED

    Blogger Comment
    Facebook Comment